Τρίτη 5 Ιουλίου 2016

Η Παναγία της Φωτιάς, ο δρόμος προς την Εξομολόγηση

Επάνω σε ένα μωσαϊκό προσώπων και καταστάσεων έχει κεντήσει ο Σπύρος Πετρουλάκης, την πολυδαίδαλη ιστορία της πρωταγωνίστριάς του, της Ελένης, που ξεκίνησε τη ζωή της σε αριστοκρατική ελληνική οικογένεια της Κωνσταντινούπολης, έζησε τους διωγμούς του ελληνικού στοιχείου, εξαπατήθηκε από παιδί, για να καταλήξει αιωνόβια, ως Ηγουμένη Μαρκέλλα σε μοναστήρι της Ηπείρου.  

Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΤΗΣ ΦΩΤΙΑΣ είναι το δεύτερο βιβλίο, καθώς προηγήθηκε η ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ, όμως εάν κανείς τύχει και το διαβάσει πρώτο, όχι μόνο δεν θα χάσει τίποτε από τις λεπτομέρειες της αφήγησης της ζωής των ηρώων και συναισθημάτων που βιώνουν σε όλες τις πτυχές της ιστορίας που φθάνει ως τον πόλεμο του '40  την χούντα στην Ελλάδα, μα θα πιάσει το νήμα απ'αλλού και θα οδηγηθεί απο την αρχή στο τέλος.  Είναι σαν ένας κύκλος όπου το τέλος είναι πάλι η αρχή και εάν διακινδυνεύσω να προβλέψω, ίσως στο επόμενο βιβλίο να φθάσει και ως τις μέρες μας.... 

Ο Σπύρος Πετρουλάκης, έχει διανύσει βήματα γοργά, προοδευτικά, μετά τις σελίδες του μετά το ΠΑΡΑΘΥΡΟ ΤΗΣ ΝΕΦΕΛΗΣ, που μας είχε κερδίσει αρχικά.  Στην ΠΑΝΑΓΙΑ ΤΗΣ ΦΩΤΙΑΣ, μια ιστορία με πολλά επίπεδα και με πολλά πρόσωπα και εύστοχες περιγραφές,  η πανταχού παρούσα Θεία Δίκη έρχεται να υπολογίσει, και να κρίνει τις πράξεις των ανθρώπων με τρόπο που κάθε άλλο αντιμάχεται τον άνθρωπο όπως κανείς θα περίμενε. 

Έχει ταλέντο σε αυτό ο Σπύρος Πετρουλάκης.  Σε κάνει να αγαπάς τους ήρωες του με τα ελαττώματα και τα χαρίσματά τους, σε κάνει να τους συμπαθείς εάν η ζωή τους αδίκησε, να τους συμπονάς εάν η τύχη δεν τους τα έφερε ορθά, να μισείς τις δόλιες πράξεις τους και τα κρίματά τους.  Ζεις σαν αναγνώστης μαζί τους τη λαίλαπα και την παραφροσύνη του πολέμου, την αδικία, τη σκληρότητα, και σέρνεσαι μαζί τους για να γλυτώσεις τις ανεξέλεγκτες οβίδες που πέφτουν στα χωριά τους.  Ύστερα συμμερίζεσαι τον πόνο της Ελένης που ενώ τα έχει όλα, χάνει τα πάντα και αφιερώνει τα έργα και τις ημέρες της μόνο στο γιό της που έμεινε ζωντανός.  Μέχρι το τέλος της.

Ο αναγνώστης γίνεται ακόμα και δικαστής που τη συγχωρεί άν έσφαλε, μα δεν πρέπει θαρρώ να αποκαλύψω άλλα για όσους πρόκειται να διαβάσουν το βιβλίο.

Ο τρόπος που ο συγγραφέας μετακινείται στο χρόνο κρατάει τον αναγνώστη σε εγρήγορση, για να μη χάσει καμιά στιγμή, γιατί θέλει να παρακολουθήσει όλα όσα συμβαίνουν ταυτόχρονα σε αυτόν τον πληθωρικό, από πλευράς χαρακτήρων, καμβά.  Τα πρόσωπα, καθένα με την δική του ιστορία, αποτελούν ξεχωριστά σημάδια μιας περιόδου που πέρασε από την ευμάρεια και την αριστοκρατία, έκανε μια μεγάλη διαδρομή και μπήκε στην ιστορία του ελληνισμού της Πόλης. 

Ο Ηλίας, ο Οσμάν, η Ντιλέκ, η Αμπασέ, ο Κωνσταντής, ο Μανούσος, ο Γιώργος, ο Δημήτρης είναι τα πρόσωπα που κάνουν ένα αναπάντεχο Ζικ-Ζάκ στις εποχές της Ιστορίας και γράφουν τις λεπτομέρειες της ζωής της γυναίκας που εξαφανίσθηκε για χρόνια κλεισμένη σε μοναστήρι, έχοντας όμως την πολυτέλεια να παρακολουθεί από εκεί, τις ζωές των ανθρώπων που αγάπησε και κατά ένα τρόπο να τις καθοδηγεί...

Ένα αέναο παιχνίδι με το χρόνο, με την Ιστορία, με τον τόπο είναι όλο αυτό και κανείς πρέπει να αποφεύγει τις περιλήψεις, αυτό κάνω κι εγώ εδώ, γιατί θα διακινδύνευα τις απλουστεύσεις και τη συρρίκνωση της ζωής γενεών και ανθρώπων.
Αξίζει κανείς να το κάνει το αναγνωστικό ταξίδι.

Απο τις εκδόσεις ΜΙΝΩΑΣ.

Τετάρτη 1 Ιουνίου 2016

Σελίδες βουτηγμένες στην αλμύρα της Τρικυμίας

Συνάντησα την «Τρικυμία» τυχαία την πρώτη μέρα της κυκλοφορίας της σε βιβλιοπωλείο της Αθήνας.  Η ανάγνωση του νέου βιβλίου της Ιουστίνης Φραγκούλη μοιάζει με μακροβούτι, με κατάδυση σε χαρακτήρες της ανθρώπινης ψυχολογίας, ενώ παντρεύει δυο αγαπημένους της τόπους.  Την Ελλάδα και τον Καναδά.  Δυο τόπους που, καθώς ενώνονται και γίνονται ένα, εκεί ακριβώς χωρίζονται στα δυο, τραυματίζονται, κομματιάζονται, ματώνουν μα πάλι γεφυρώνονται όπως κι οι άνθρωποι που έχουν ριζικό κοινό σαν πεπρωμένο συμπαγές και προδιαγεγραμμένο, σαν νομοτέλεια που έχει σφραγιστεί από έναν έρωτα παντοτινό.



Στον πυρήνα του βρίσκονται οι εκτροπές της ανθρώπινης ζωής, με τίτλο εμπνευσμένο απο το θεατρικό έργο του Ουίλιαμ Σαίξπηρ, γεμάτο συμβολισμούς, βίαια "κύματα" που σπρώχνουν τις σελίδες σαν σκηνές απο ταινία κινηματογραφική και αφήνουν τους πρωταγωνιστές να ζήσουν κι αυτοί "όλο το παρελθόν σαν ένα Πρόλογο" όπως έλεγε και ο ελισαβετιανός συγγραφέας.  Η "Τρικυμία" κατακλύζει τον αναγνώστη της. Άλλοτε σαν λεπτομέρεια σε μια σκηνή καταιγιστική, άλλοτε σαν καθρέφτης της ψυχής της Πολέτ και του Πέτρου, των πρωταγωνιστών της.

Η Πολέτ και ο Πέτρος είναι δυο νέοι που προέρχονται από πατρίδες διαφορετικές.  Εκείνος είναι γιατρός κι εκείνη μια εξωτική ελληνοκαναδή που κάνει διακοπές σε ένα ελληνικό νησί.  Τί φόντο καλύτερο από το μπλε του Αιγαίου για δυο νεανικές καρδιές!  Εκείνο το πέλαγος όμως γίνεται και η "Τρικυμία" τους, φέρνοντας στη ζωή τους ανατροπές απρόσμενες που μια καλά δουλεμένη λογοτεχνική γραφίδα όπως αυτή της Ιουστίνης, κατευθύνει με μαεστρία και πάθος.



Οι ήρωες σμιλεμένοι σοφά και με λεπτομέρεια, αποδομούνται απο τα πάθη και τις αδυναμίες τους και από τα ίδια τα αναπότρεπτα γεγονότα της ζωής, τον συμβιβασμό του γάμου και τις δυσκολίες που συναντά το κοινό μονοπάτι δυο αταίριαστων βίων.  Ύστερα, καθώς η αφήγηση κλιμακώνεται, τα συναισθήματα εναλλάσσονται με τρόπο μαγικό, λες κι η "Τρικυμία" είναι ο τρίτος πρωταγωνιστής, εκείνος που εισβάλει στη ζωή των άλλων και καταλύει το δικό τους σύμπαν, που κατατρώει τα πάντα με την αλμύρα και τους παρασύρει σε μια δίνη ολοκληρωτική, αφήνοντας κάποιες ακτίνες φωτός να τους φωτίσουν για να τους ρίξει πάλι πίσω στο σκοτάδι, προτρέποντάς τους να ονειρευτούν, να ζήσουν τη ματαίωση κι ύστερα ξανά να ελπίσουν.

Εκείνος ο κεραυνοβόλος έρωτας που πέρασε πάνω από την Πολέτ και τον Πέτρο σαν σαρωτική καταιγίδα συναντά αρκετά οικογενειακά προσκόμματα και η μετεξέλιξή του έχει σχέση και με τις δικές τους κρυφές αδυναμίες που καλό θα είναι να αποκρύψω για τον μελλοντικό αναγνώστη.   Μονόδρομος φαντάζει για εκείνη η επιστροφή στη γενέτειρά της τον Καναδά, μα όσο και να θέλει να κρυφτεί και να ξεχάσει, έχει πλέον ένα παιδί το Ρωμανό, που κάποια στιγμή μεγαλώνει και σκαλίζει την αλήθεια της καταγωγής του ...

Πρόκειται για μια βαθιά συγκινητική ιστορία, ανθρώπινη, βιωματική, εμπνευσμένη, πρωτότυπη και βουτηγμένη στην αλμύρα του τρικυμισμένου πελάγους . Ας είναι καλοτάξιδη και με ανέμους ούριους.
Απο τις Εκδόσεις Ωκεανός.

Δευτέρα 30 Μαΐου 2016

Το Κιβώτιο. Μια μεταφορά.

Επιστρέφω και ξαναδιαβάζω ΤΟ ΚΙΒΩΤΙΟ του Αρη Αλεξάνδρου, γιατί ποτέ δεν έλυσα μέσα μου τον γρίφο που αφορά τον πυρήνα αυτού του έργου που έχει μεν καταξιωθεί λογοτεχνικά και ιστορικά, αυτό όμως δεν το κάνει μη-διαχρονικό.  Θα μπορούσε να είναι ένας μονόλογος.  Ένα ημερολόγιο ή μια αλληγορία. Μια περιπέτεια, ή ένας επιστολικός μύθος.  Ο αναστοχασμός γύρω από τα θέματα και την εποχή του Εμφύλιου -που ποτέ δεν διδαχθήκαμε εμείς ως μαθητές- έρχεται και ξανάρχεται, σαν ερινύα που στοιχειώνει όσους έχουν μέσα τους κενά για τις πτυχές αυτές της ελληνικής Ιστορίας.


Μάλλον γι αυτό ο αναγνώστης αισθάνεται ότι το κιβώτιο αυτό που ανέλαβαν κάποτε κάποιοι (οι ήρωες του βιβλίου και ο ένας τελικά επιζών) να μεταφέρουν στον προορισμό του, δεν έχει φθάσει ακόμη.    Δεν επιθυμώ να σταθώ στον μελοδραματισμό της χαμένης επανάστασης, καθόλου μάλιστα, αλλά αισθάνομαι οτι το κείμενο αυτό, όσο το διαβάζεις εμβαθύνεις αναγκαστικά στα "Αίτια της Κακοδαιμονίας" όπως έγραψε και ο αξέχαστος Β.Νεφελούδης. 
Ο Αρης Αλεξάνδρου ανήκει στην πρώτη μεταπολεμική γενιά. Εχει γράψει κυρίως ποιήματα και το μοναδικό μυθιστόρημά του είναι ΤΟ ΚΙΒΩΤΙΟ.  Είναι καλοκαίρι του 1949, όταν μία ομάδα απο παρασημοφορημένους κι επίλεκτους άνδρες του λαϊκού στρατού αναλαμβάνει την αποστολή να μεταφέρει ένα κιβώτιο απο την πόλη Ν στην πόλη Κ.  Η επίτευξη του στόχου θεωρείται ιδιαίτερα σημαντική για την έκβαση του πολέμου.  Κανείς δεν γνωρίζει το περιεχόμενο του κιβωτίου , ούτε και τη διαδρομή που θα ακολουθήσει. Το μυστηριώδες "αρχηγείο" τους υποδεικνύει καθημερινά ποιό δρομολόγιο θα ακολουθήσουν την επόμενη.  Καμία καθυστέρηση δεν γίνεται ανεκτή και όποιος τραυματίζεται και δεν μπορεί να ακολουθήσει για οποιοδήποτε λόγο, αυτοκτονεί παίρνοντας κυάνιο.  Η επιχείρηση παίρνει δυο μήνες.  Ο επιζών είναι τελικά μόνο ένας.  Αυτός είναι και ο αφηγητής της ιστορίας που θα παραδώσει το κιβώτιο και θα διαπιστωθεί οτι ήταν... άδειο.  Συλλαμβάνεται, φυλακίζεται και η αφήγησή του είναι και η απολογία του στον δικαστή που κάθε μέρα του στέλνει γραπτές σφραγισμένες κόλλες για να γράφει....
Η αφήγησή του είναι ακριβής μέχρις εσχάτων.  Σχολαστική υπερβολικά.  Ρεαλιστική, τόσο πολύ που οι σχολαστικές λεπτομέρειες έχουν την ίδια σημασία με τις πολύ σημαντικές και ουσιώδεις αναφορές, που μπορεί οτιδήποτε, απο τον  τρόπο που κάποιος χάνει τη ζωή του, μέχρι και το τσίμπημα μιας μέλισσας στο χέρι ενός στρατιώτη που βραδυπορεί....  Ολα παίρνουν μια αξία παραπάνω ή χάνουν την πολυτιμότητά τους, όλα αποκτούν ίσο βάρος.  
Οι στρατιώτες που με αυτοθυσία συμμετείχαν στην αποστολή μπορεί να παγιδεύτηκαν. Δεν ήξεραν λεπτομέρειες για την αποστολή τους. Εξοντώθηκαν ωστόσο για ένα άδειο κιβώτιο. Ο αναγνώστης αναρωτιέται συχνά στις σελίδες του βιβλίου, για τα πως και τα γιατί. Τελικά στη ζωή τίποτε δεν είναι προδιαγεγραμμένο, όσο κι αν είναι σχεδιασμένο, τίποτε δεν κρίνεται απο την αρχή, μάλλον αυτό θέλει να το κάνει σαφές ο Αρης Αλεξάνδρου που με λόγο  χειμαρρώδη, καταιγιστικό, φορτισμένο, λόγο που διακρίνεται απο την προφορικότητα του επιζώντα, καταγράφει τα γεγονότα με κάθε λεπτομέρεια.  Αν αυτοί οι στρατιώτες που ήταν εθελοντές, έχασαν τη ζωή τους για ένα άδειο κιβώτιο, τότε η μεταφορά βρίσκεται εκεί ακριβώς.

Πέμπτη 26 Μαΐου 2016

Γιορτή με σελίδες,νότες και χαμόγελα


Σε μια υπέροχη βραδιά, λουσμένη στο φως και τυλιγμένη σε τυπωμένες σελίδες, έξυπνα σκηνοθετημένη από τον Χρήστο Γεωργίου, ντυμένη με τους ήχους της Καμεράτας υπό τη διεύθυνση του Γιώργου Πέτρου, με παρουσιαστή τον αεικίνητο Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλο σε κείμενο πρωτότυπο και με χιούμορ, το Public βράβευσε τις πένες της χρονιάς που πέρασε στην αίθουσα του Παλλάς.  Στην κατηγορία της Εφηβικής Λογοτεχνίας, το βραβείο απονεμήθηκε στο Δεν ειμαι η Αδελφή μου των εκδόσεων ΜΙΝΩΑΣ.




Με ευρηματικό τρόπο επιλέχθηκαν για να κάνουν την απονομή στη Μαίρη Σάββα, δυο νεαρές καλλιτέχνιδες, ένα υπέροχο δίδυμο,  δυο -σχεδόν έφηβες-  τις οποίες σίγουρα το τηλεοπτικό κοινό έχει γνωρίσει ως ετεροθαλείς αδελφές, στη σειρά ΤΑΜΑΜ.  Είναι η Λίλα Μπακλέση (στο ρόλο της Ελλης) και η Τζωρτζίνα Λιώση (στο ρόλο της Ντιλέκ).  Δυο κορίτσια υπέροχα στη ζωή και στο γυαλί, που ταιριάζουν ''ταμάμ'' στη φόρμα του συγκεκριμένου νεανικού μυθιστορήματος...



Οι καλεσμένοι ξεπέρασαν τους 1500 και απόλαυσαν τις εξαιρετικές μελωδίες από γνωστά κομμάτια που έπαιξε η Καμεράτα,, καθώς και τη σοπράνο Ειρήνη Καράγιαννη να ερμηνεύει κομμάτι απο την Κάρμεν. Επίσης απόλαυσαν τον Δημήτρη Δεσύλλα στα κρουστά, ο οποίος πάντρεψε με μοναδική δεξιοτεχνία, τις μελωδίες της Καμεράτας με τους ήχους μιας γραφομηχανής, απο εκείνες τις παλιές που κατάπιναν τα πρώτα μας κείμενα σε ηλικίες ξεχασμένες...


Απονομές στις διάφορες κατηγορίες βιβλίων, επίσης έγιναν απο τον σκηνοθέτη Γ.Νανούρη, τον συγγραφέα Χ.Χωμενίδη, τη διευθύντρια του Εθνικού μουσείου Σύγχρονης Τεχνης Κατερίνα Κοσκινά, τον μαέστρο της Καμεράτα -Ορχήστρα Φίλων της Μουσικής Γ.Πέτρου, τον μεταφραστή Αχ.Κυριακίδη, τη δημοσιογράφο Αν.Μπουσδουκου.  

Το public σύμφωνα με τα στοιχεία που έχουν δημοσιευθεί πούλησε το 2015 τρία εκατομμύρια βιβλία.  Ο εκδότης του ΜΙΝΩΑ Γιάννης Κωνστανταρόπουλος εκφράζοντας απο το βήμα τις ευχαριστίες του στο θεσμό που μετρά ήδη τρία χρόνια, είπε οτι στις δύσκολες αυτές μέρες "τη βράβευση αυτή την έχουμε ανάγκη και την χρειαζόμαστε" οι άνθρωποι του βιβλίου. Πράγματι, κι εδώ έχει μια αξία διαφορετική, γιατί δεν ψηφίζουν οι κριτικοί, ούτε οι εστέτ του χώρου.  Ψηφίζουν οι αποδέκτες του βιβλίου, δηλαδή οι ίδιοι οι αναγνώστες.  Αυτό έχει τη δική του αξία και το δικό του συμβολισμό.


Στον διαγωνισμό συμμετείχαν πέρισσότεροι απο 1300 συγγραφείς και ψήφισαν 235.000 άτομα, επίσης 150 εκδότες και 2.000 υποψήφια βιβλία.  Χαίρομαι που το ΔΕΝ ΕΙΜΑΙ Η ΑΔΕΛΦΗ ΜΟΥ κατέκτησε μια θέση στην καρδιά των αναγνωστών.


Σας ευχαριστώ.

Τετάρτη 6 Απριλίου 2016

απο το αγαπημένο FRACTAL και τη στήλη ΕΝΤΕΧΝΩΣ


"Δεν είμαι η αδελφή μου"


Γράφει η Ιουστίνη Φραγκούλη – Αργύρη //

den_eimaiΈνα νεανικό μυθιστόρημα με τίτλο «Δεν είμαι η αδελφή μου»(εκδόσεις Μίνωας)  είναι το τελευταίο πόνημα της δημοσιογράφου-συγγραφέως Μαίρης Σάββα-Ρουμπάτη, η οποία καταθέτει την τεχνογνωσία της στις σχέσεις ανάμεσα στις έφηβες κοπέλες.

Πρόκειται για μια ιστορία από αυτές που φυτρώνουν στο χώρο της οικογένειας, γύρω μας, δίπλα μας και που αποτελούν εν τέλει μέρος της καθημερινότητας της δικής μας ή της διπλανής πόρτας.
Δυο κορίτσια σε ένα σπίτι, η Αλίκη και η Μαρία. Η πρωτότοκη είναι σε όλα τέλεια, πρώτη στο σχολείο, στη μουσική, νοικοκυρεμένη, οργανωτική και οργανωμένη. Ένα τέλειο κορίτσι που μεγαλώνει στην οικογένεια απολαμβάνοντας τα πρωτοτόκια, τον θαυμασμό και την αποδοχή του στενού αλλά και ευρύτερου περιβάλλοντός της. Χτίζει την αυτοπεποίθησή της και πορεύεται χωρίς να ασχολείται με τα μικρά καθημερινά πέριξ.
Η Μαρία με το συνηθισμένο όνομα είναι η δεύτερη της οικογένειας και έρχεται καταϊδρωμένη σε όλα. Ιδρώνει να τα καταφέρει στο σχολείο, βαριέται εύκολα, κρατάει το δωμάτιό της αναστατωμένο και διαρκώς ακούει παρατηρήσεις από όλους και για όλα. Επισύρει την μήνι της μητέρας της για τα λάθη της, ενώ υπομένει την πρωτιά της Αλίκης χτίζοντας μέσα της μια διαρκή διαμαρτυρία.
Ωστόσο, η Αλίκη του χρυσού θρόνου πέφτει θύμα της ευκολοπιστίας της και αρχίζει να συναναστρέφεται ένα σκοτεινό αγόρι με μαλλιά αφάνα και μηχανή, που προσπαθεί να την ρίξει στα δίχτυα της γοητείας του με σκοπό να την παρασύρει στα ναρκωτικά.
Η Μαρία με την παρέα του παιδικού της φίλου Πέτρου εξακολουθεί να παίζει ανέμελα στη γειτονιά. Σε μια αναζήτησή της στον κήπο ενός παλιού σπιτιού ανακαλύπτει πως πρόκειται για τη βάση μιας ομάδας εξωσχολικών παιδιών που παίρνουν ναρκωτικά, κάνοντας τα βαποράκια σε άλλα παιδιά του σχολείου.
Η Μαρία σύντομα, επίσης, αντιλαμβάνεται πως η αδελφή της κάνει παρέα με τον περίεργο μηχανόβιο, που δεν είναι κάτι άλλο παρά βαποράκι ναρκωτικών στη διαδρομή να πείσει την Αλίκη να δοκιμάσει τη γοητεία της αμαρτίας.
Η Μαρία με τη δυναμική βοήθεια του κυρ Αντώνη του επιστάτη καλεί την αστυνομία κι εξαρθρώνεται η σπείρα που ετοιμαζόταν να σπείρει το λευκό θάνατο σε ανήξερα παιδιά της εφηβείας. Έτσι κερδίζει τη θέση της στα μάτια της οικογένειας και του κοινωνικού συνόλου,  αποκτώντας την αυτοπεποίθηση που της έλειπε.
Το βιβλίο της Μαίρης Σάββα-Ρουμπάτη έχει πλοκή, σασπένς και αστυνομική σχεδόν αγωνία. Είναι καλογραμμένο και η ανάγνωσή του κυλάει με μιαν ανάσα.
Αυτό όμως που το κάνει να διαφέρει από άλλα νεανικά μυθιστορήματα του είδους, είναι ότι δεν πρόκειται για μια απλή περιπέτεια, αλλά για μια εμβριθή ψυχολογική ανάλυση σχετικά με τη θέση των παιδιών του ίδιου φύλου μέσα στην οικογένεια.

Μαίρη Σάββα-Ρουμπάτη
Μαίρη Σάββα-Ρουμπάτη

Οι μικρές ακυρώσεις της Μαρίας από τη  μεγαλύτερη αδελφή της την Αλίκη αλλά και η ελαφρώς αδιάφορη αντιμετώπισή της κυρίως από τη μητέρα της σε διάφορα ζητήματα που οι γονείς τα θεωρούν ασήμαντα αλλά είναι μείζονα για τις τρυφερές ηλικίες των παιδιών, δίνουν το πλαίσιο της διαφορετικής γονικής μεταχείρισης ανάμεσα στις δύο αδελφές.
Η μεγάλη έχει κατακτήσει το θρόνο της με την ικανότητα και τη γοητεία της. Η μικρή μιμείται τη μεγάλη αλλά δεν καταφέρνει να τη φτάσει. Η μεγάλη αδελφή εισπράττει τους επαίνους, η μικρή σκοντάφτει διαρκώς στις δεκάδες παρατηρήσεις. Η μεγάλη απαιτεί χρόνο και προσοχή, η μικρή δέχεται ό,τι περισσεύει.
Στο τέλος, αποδεικνύεται ότι η υπερπροστατευμένη Αλίκη πέφτει θύμα της ευπιστίας της, ενώ η Μαρία έχοντας αναπτύξει τις δικές της άμυνες, μαντεύει ευκολότερα τις δυσκολίες της ζωής.
«Δεν είμαι η αδελφή μου»,  ένα μυθιστόρημα για αγόρια και κορίτσια. Και προπάντων για γονείς που έχουν παιδιά του ιδίου φύλου στην εφηβεία. Μερικές φορές αποδεικνύεται πως τα εγχειρίδια της ψυχολογίας δεν είναι τόσο χρήσιμα όσο ένα μυθιστόρημα με πραγματικούς χαρακτήρες που δίνει το πλαίσιο των ψυχολογικών συσχετισμών μέσα στην οικογένεια και το κοινωνικό περιβάλλον.

Πέμπτη 31 Μαρτίου 2016

Imre Kertesz. Επέζησε για να μας τα διηγηθεί

Μια ζωή που την έζησε δύσκολα, την έκανε όμως πλούτο και λογοτεχνία και μας την κληροδότησε, έζησε ο νομπελίστας (2002) συγγραφέας Ιμρε Κερτες που άφησε αυτόν τον κόσμο στα 87 του χρόνια.

Πολλοί θεώρησαν το "Μυθιστόρημα ενός ανθρώπου διχως πεπρωμένο" ως αυτοβιογραφικό, γιατί ο ήρωάς του, παιδί ακόμα δεκαπέντε χρονών, οδηγείται στο Αουσβιτς, όπως συνέβη και με τον ίδιο τον συγγραφέα μετά την κατάληψη της Βουδαπέστης απο τα γερμανικά στρατεύματα, το 1944.  Όταν απελευθερώνεται τελικά μετά το τέλος του πολέμου και επιστρέφει στην οικογένειά του διαπιστώνει πως δεν μπορεί να μετεφέρει την εμπειρία και τα συναισθήματα απο τον εγκλεισμό του, ούτε καν στα αγαπημένα του πρόσωπα.

Κάτι τον εμποδίζει. Δεν μπορεί να εκφράσει με λόγια όσα έζησε. Δεν μιλάει για φόβο, ούτε απελπισία, ούτε για αγανάκτιση. Σε μια αφήγηση καθηλωτική δείχνει σχεδόν ανακουφισμένος απο την ύπαρξη κανόνων που του ορίζουν τη ζωή του, του υπαγορεύουν κάθε κίνηση και κάθε βήμα του και περιγράφει με "αντικειμενικότητα" τα τεκταινόμενα.

Όταν και ο ίδιος ο Κέρτες απελευθερώθηκε κι επέστρεψε στη χώρα του και στις σπουδές του βρήκε την άλλοτε κραταιά πόλη σε εντελώς διαφορετική κατάσταση απο αυτήν που θυμόταν.  Δούλεψε ως μεταφραστής και δημοσιογράφος αρχικά και το πρώτο του βιβλίο (1975) που θεωρήθηκε προσωπική εμπειρία, έγινε γνωστό μόνον όταν μεταφράστηκε στα γερμανικά. Στη Γερμανία οι κριτικοί το χαρακτήρισαν ως ένα απο τα σημαντικότερα βιβλία του εικοστού αιώνα.  Στη συνέχεια έγραψε το "Φιάσκο" (1988) που θεωρείται ο δεύτερος τόμος μιας τριλογίας που ολοκληρώνεται με το "Καντίς για ένα αγέννητο παιδί"  (1990). 

Ακολούθησαν κι άλλα, πολλά απο τα οποία μιλούσαν για τις εμπειρίες των Εβραίων που έζησαν τους μαζικούς εκτοπισμούς και τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, τη βαριά πληγή του, που τον καθόρισε, γιατί ήταν γι αυτόν η απόδειξη της ανθρώπινης εξαθλίωσης στην σύγχρονη εποχή.
Οταν σκέφτομαι ένα καινούργιο μυθιστόρημα, σκέφτομαι πάντα το Αουσβιτς», υποστήριζε ο Κέρτες, ωστόσο «ακόμα κι εκεί, στις καπνοδόχους, στα διαλείμματα μεταξύ των βασανιστηρίων, υπήρχε κάτι που έμοιαζε με ευτυχία. Ολοι μονίμως με ρωτούν μονάχα για τα δεινά, για τις ?φρικαλεότητες?: αν και για μένα αυτή ακριβώς η εμπειρία είναι ίσως εκείνη που αξίζει πιο πολύ απ' όλες να θυμάμαι. Ναι, γι' αυτήν, για την ευτυχία των στρατοπέδων θα έπρεπε να σας μιλήσω την επόμενη φορά που θα με ρωτήσετε. Αν με ρωτήσετε βέβαια. Κι αν δεν το ξεχάσω και ο ίδιος...». Ωστόσο, εξίσου συχνά επαναλάμβανε: «Ο θάνατος- πιο συγκεκριμένα το θνήσκειν- ήταν και παλιότερα πρόβλημα, θα λέγαμε όμως ένα φυσικό πρόβλημα. Οι σύγχρονοι καιροί πάντα οδηγούν κατά κάποιο τρόπο στο Αουσβιτς... το Αουσβιτς είναι πάντα παρόν».
Βραβεύτηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας το 2002 για το σύνολο του έργου του. Σύμφωνα με την Ακαδημία ο Κέρτες "εξερευνά τις πιθανότητες του να συνεχίσει κανείς να ζει και να σκέφτεται ως άτομο σε μια εποχή που η υποταγή του ανθρώπου σε κοινωνικές δυνάμεις γίνεται ολοκληρωτική.

Δευτέρα 22 Φεβρουαρίου 2016

"Φυλλο Μηδέν"

Για έναν ανεξήγητο λόγο άρχισα να διαβάζω το "Φύλλο Μηδέν"  δύο εικοσιτετράωρα πριν την οριστική αναχώρηση του Ουμπέρτο Εκο απο τον κόσμο αυτό.  Το "Φυλλο Μηδέν" για τους παροικούντες τη δημοσιογραφία και τις εφημερίδες, είναι το δοκιμαστικό φύλλο.  Εκείνο που δεν βλέπει ποτέ το φως της ευρείας δημοσιότητας.  Βγαίνει όμως προς... "οικογενειακή" χρήση, δηλαδή για να τσεκαριστούν όλα. Για να γίνει το τελικό σπριντ. Να τσεκαριστούν χρόνοι, θέματα, πρωτοσέλιδα, λεζάντες, φωτό, στήλες... κλπ.  Τελικά όμως, το "Φύλλο Μηδέν"  θα μπορούσε να είναι το "Μη-Φύλλο".  Το τελευταίο.  Εκείνο που δεν βγαίνει ποτέ.  Το Φύλλο που είναι καταδικασμένο στο σκοτάδι της αιωνιότητας.



Στις πρώτες σελίδες δεν ενθουσιάστηκα.  Ίσως γιατί οι περιγραφές απο τη ζωή μιας εφημερίδας και των ανθρώπων της που ετοιμάζονται για την κυκλοφορία του πρώτου φύλλου τους, μου είναι πολύ οικείες. Σιγά-σιγά όμως, στις επόμενες σελίδες, βρήκα ξανά τον Εκο.   Τον συνάντησα.  Συνάντησα τον ερευνητή, τον φιλόσοφο, τον πολιτισμιολόγο, τον πολύγλωσσο εραστή των λέξεων, της γραφής και της ανάγνωσης. Με τον φασισμό και τους υπηρέτες του, να είναι μόνιμο θέμα διαπραγμάτευσης απο τον μεγάλο διανοητή των ημερών μας.


Αυτός ήταν ο Ουμπέρτο Εκο.  Ενας σοφός άνθρωπος που μπορούσε να είναι απλός και κατανοητός για όλους, προσιτός, φίλος του λόγου και των βιβλίων, διαβασμένων και αδιάβαστων.  Αλλωστε δεν είναι τυχαίο που πολλά απο τα μυθιστορήματά του στηρίζονται στα βιβλία, στα μυστήρια και τα μυστικά που κρύβει ο κόσμος των βιβλίων και στη γοητεία που ασκούν.  

Ο Ουμπέρτο Εκο αποκρυπτογράφησε τον κόσμο και διέψευσε όλους αυτούς που έλεγαν οτι η ποιότητα δεν είναι για τις μάζες.  Το απέδειξε με την απήχηση που είχε το έργο του, κι ας μεγάλωσε με τα κόμικ του Σαλγκάρι, όπως είχε πει, επιθυμώντας μάλλον απο αποενοχοποιήσει μέρος του αναγνωστικού κοινού που δεν αγαπά τα πολυσέλιδα, χωρίς χρώμα και εικόνες, κείμενα.


Στα διαβάσματα ανακάλυψα πολλούς που θέλησαν να του μοιάσουν και μερικοί μπορεί και να πλησίασαν. Κανένα όμως απο τα μπεστ-σέλερ που αγαπήσαμε -σαν ιστορίες στο χαρτί ή στο πανί- δεν κατάφερε να αποκτήσει την αίγλη του πρώτου του μυθιστορήματος "Το Ονομα το Ρόδου", ή της "Μυστηριώδους Φλόγας της Βασίλισσας Λοάνα" όπου ο ήρωας, ό ίδιος ο Εκο, μπαίνει βαθειά σε ένα δαιμονικό στρόβιλο μνήμης απο αγαπημένα μυθιστορήματα, κινηματογραφικές ταινίες, κόμικς και ποιήματα.
Στο "Φυλλο Μηδέν" τα έβαλε με την κίτρινη δημοσιογραφία.  Στο επίκεντρο  της ιστορίας, βρίσκεται μια μη υπαρκτή φυλλάδα που κυκλοφορεί υπο τον τίτλο "Domani" (Αυριο) ιδιοκτήτης της οποίας είναι ένα πάμπλουτος επιχειρηματίας που τη χρειάζεται για να εκβιάζει ένας Θεός ξέρει ποιόν.  Κι ενώ ανάμεσα στα κουτσομπολιά ένας δημοσιογράφος αναβιώνει 50 χρόνια ιστορίας υπο το φως μιας σατανικής πλεκτάνης γύρω απο ένα πτώμα που υποτίθεται οτι είναι του Μουσολίνι, στις σκιές παραμονεύουν η μυστική δεξιά Επιχείρηση Gladio, η Μασονική Στοά Ρ2, η υποτιθέμενη δολοφονία του Πάπα Ιωάννη Παύλου Α', το πραξικόπημα του πρίγκηπα Βαλέριο Μποργκέζε, η CIA και είκοσι χρόνια σφαγής και συγκάλυψης.  Μια χλιαρή ιστορία αγάπης ανάμεσα σε έναν αποτυχημένο αφανή συγγραφέα κι ένα ενοχλητικό κορίτσι το οποίο,  για να βοηθήσει την οικογένειά του, έχει παρατήσει το παενεπιστήμιο και ασχολείται με τα ροζ κουτσομπολιά. Ένα τέλειο εγχειρίδιο κακής δημοσιογραφίας, όπου ο αναγνώστης αρχίζει σιγά-σιγά να αναρωτιέται αν πρόκειται για μυθοπλασία, ή για πιστή αποτύπωση της πραγματικότητας.


Αυτό το βιβλίο, για κάποιον μη-μυημένο, θα μπορούσε να οδηγήσει σε εύκολα συμπεράσματα του τύπου, αυτή είναι η δημοσιογραφία, κάθε δημοσιογράφος και σπιούνος, σκοτεινός και τσιράκι της κάθε εξουσίας, συμπεράσματα  βιαστικά που -οχι οτι δεν ισχύουν πολλές φορές- κατηγοριοποιούν όμως άδικα και τους απλούς εργάτες της ενημέρωσης που περνούν τη ζωή τους γράφοντας κι επαληθεύοντας ειδήσεις και ιστορίες χωρίς φόβο και με πολύ πάθος για ένα επάγγελμα που δεν είναι απλό επάγγελμα, αλλά και τρόπος ζωής. 


Ο Ουμπέρτο Εκο είχε πει κάπου οτι την ιστορία (που εκτυλίσσεται το 1992) την εμπνεύστηκε απο ένα πραγματικό πρόσωπο που δεν αναφέρει στο βιβλίο, τον Μινο Πεκορέλι, επικεφαλής ενός μικρου ειδησεογραφικού πρακτορείου στις δεκαετίες του 60 και του 70, που είχε καλές διασυνδέσεις με την εξουσία.  Προφανώς το πρακτορείο αυτό χρησίμευε ως μέσο εκβιασμών και ίντριγκας, όπως εξηγούσε ο συγγραφέας που είχε κι άλλες φορές ασχοληθεί με τις δυσλειτουργίες του Τύπου.  Μάλιστα ισχυριζόταν με πάθος οτι ένα τέτοιο εγχειρίδιο θα μπορούσε να χρησιμεύσει στις σχολές δημοσιογραφίας ως μια ιστορία-παράδειγμα προς αποφυγήν, ως ένα δείγμα του χειρίστου είδους άσκησης του επαγγέλματος...

Βεβαίως και δεν θεωρούσε ο ιταλός διανοητής οτι όλες οι εφημερίδες υπηρετούν τη λασπολογία και το κουτσομπολιό. Θεωρούσε οτι ο αναγνώστης το αποφασίζει, εάν αφελώς θα γίνει θύμα καθοδήγησης ή όχι. Ασχολιόταν πολύ με την πολιτική κατάσταση στη χώρα του και στην Ευρώπη γενικώτερα, ενδιαφερόταν για τα κοινά και τα σχολίαζε με το δικό του λιτό και κατανοητό τρόπο, αποδεχόμενος πλέον οτι στην εποχή μας, με το Διαδίκτυο και όλες αυτές τις πηγές ενημέρωσης γύρω μας, η γνώμη ενός Νομπελίστα θα είναι πλέον ένα μήνυμα με την ίδια βαρύτητα, όση και η γνώμη ενός ηλίθιου, ή ενός σοβαρού δημοσιογράφου, εφόσον όλοι μπορούν ανεξέλεγκτα να εκφράζουν τις γνώμες τους μέσα απο τα δίκτυα.
Με το βιβλίο αυτό -που ανήκει κι αυτό στην κατηγορία των μυθιστορημάτων ιδεών με φιλοσοφικό βάθος- ο Ουμπέρτο Εκο λοξοκοιτάει για μια ακόμη φορά με ήρεμη δυσπιστία τον κόσμο που μας περιβάλλει.  Ισως δεν έχει άδικο, όταν λέει οτι η ζωή είναι υποφερτή, αρκεί να ξέρεις να ικανοποιείσαι!  Αλλωστε πάντα ξημερώνει μια νέα μέρα (τη ρήση την δανείζεται απο την Σκάρλετ Ο'Χαρα).  Και τελικά με το "Φυλλο Μηδέν" απέδειξε για μια ακόμη φορά περίτρανα τον ισχυρισμό του οτι ο διανοούμενος σε μια κοινωνία πρέπει να αποδοκιμάζει τις αγριότητες, αλλά χωρίς να χάνει την επαφή του απο αυτήν: Σε περίπτωση δηλαδή που ξέσπαγε μια πυρκαγιά σε ένα θέατρο, ένας διανοούμενος δεν θα μπορούσε να κάθεται σε μια καρέκλα και να απαγγέλει ποίηση κοιτώντας το κενό.  Θα έπρεπε να κάνει το αυτονόητο που θα έκανε ο κάθε πολίτης. Να φωνάξει γρήγορα την πυροσβεστική....

Πέμπτη 4 Φεβρουαρίου 2016

Ο τελευταίος επισκέπτης


Απόλαυσα στο υπόγειο του Ιδρύματος Κακογιάννη, τη Φλώρα Γκόφορθ, να δέχεται ξανά τον τελευταίο της αμφιλεγόμενο επισκέπτη στη μοναχική βίλα της που είναι χαμένη μέσα στα πεύκα, σ' εκείνο το χλιδάτο σπίτι με την συγκλονιστική θέα και την ιδιωτική παραλία. Με τα χρόνια να την έχουν βαρύνει, άρρωστη, πάντοτε αριστοκρατική και πάμπλουτη, υπαγορεύει ακόμα -όπως είχε προβλέψει ο Tennessee Williams- τα απομνημονεύματά της στη γραμματέα της.


Την αποκαλεί ακόμη Μπλάκι, την παιδεύει πάντα με τις ιδιοτροπίες της, την αντιμάχεται, μπορεί και να την ζηλεύει, γιατί εκείνη είναι πιο νέα και εργάζεται διαχειριζόμενη το δύσκολο χαρακτήρα της αφεντικίνας της με θαυμαστό τρόπο.  Αρκετά κυνική, πολύ αποστασιοποιημένη, η Μπλάκι είναι η απόλυτη επαγγελματίας.  Δεν παραλείπει να θυμίζει σε κάθε ευκαιρία στην Φλώρα ότι είναι κοντά στο θάνατο μα εκείνη δεν θέλει να το πιστέψει.  Αποζητάει ανδρική συντροφιά και... ω του θαύματος, καταφθάνει στη βίλα απρόσκλητος ένας νεαρός, διόλου άπειρος κι αμόλυντος.

Την ώρα που εκείνη βρίσκεται βυθισμένη στο ρυθμό της διήγησης της... ανεκδιήγητης ζωής της -ενός παρελθόντος πλούσιου απο κάθε άποψη- κι ενώ οι επισκέπτες που περνούν απο την βίλα που άλλοτε ήταν το κέντρο των κοινωνικών εκδηλώσεων, είναι ελάχιστοι, καταφθάνει ο άγνωστος.  

Απασχολημένος με διάφορες ζάμπλουτες κυρίες ο Κρίς Φλάντερς δεν είχε τύχει ποτέ να περάσει απο αυτό το μοναχικό μέρος, αυτό που ήταν κάποτε το must place για διάσημους ανθρώπους της τέχνης, που υπήρξε χώρος δεξιώσεων και υψηλών συναναστροφών της καλής κοινωνίας.  Πρόκειται για έναν ζιγκολό που δεν βρίσκεται πλέον στην πρώτη του νιότη. 

Σαν να έχει αυτή η επίσκεψη τα σημάδια της μοίρας του αναπόφευκτου. Εκείνος κάνει αυτό που γνωρίζει και στο οποίο έχει ασκηθεί.  Συνοδεύει γηραιές πλούσιες κυρίες προς το θάνατο. Σαν άγγελος που θέλει να τους προσφέρει λίγη χαρά την ύστατη ώρα, σαν χορηγός ευθανασίας, σαν οπορτουνιστής, ή σαν κομιστής ενός μαύρου αναπότρεπτου μηνύματος...

Η Φλώρα καλεί στο καταφύγιό της στη Ντιβίνα Κοστιέρα την άλλοτε επιστήθια φίλη της Κόνι Ρίτζγουέη που γνωρίζει πρόσωπα και πράγματα, για να μάθει για τον αινιγματικό άνδρα, να λύσει τις απορίες και τα ερωτήματα της...

Πολύ πιστός στην εμμονή του περί απόσυρσης του ανθρώπου, όταν τελειώσει ο κύκλος του, ο Τ.Ουίλιαμς έγραψε τον Τελευταίο Επισκέπτη το 1959.  Στην Ελλάδα ανέβηκε το 2004 με την Αντιγόνη Βαλάκου και αυτές τις μέρες η Νόρα Κατσέλη ενσαρκώνει απόλυτα τη Φλώρα Σίσσυ Γκόφορθ και τον διακαή πόθο της να ζήσει ως το τέλος με τον απόλυτο τρόπο που έζησε τα νιάτα της.  Το αναπόφευκτο πεπρωμένο όμως που υπήρξε μόνιμο θέμα διαπραγμάτευσης για τον θεατρικό συγγραφέα, φέρνει το τέλος.  


Η Βάνα Πεφάνη, στο ρόλο της αυστηρά ρεαλίστριας Μπλάκι, βάζει "στον πάγο" την Φλώρα Γκόφορθ ακόμα και με το βλέμμα της.  Στο ρόλο του νεαρού, όχι και τόσο αθώου, Κρίς Φλάντερς, ο Σόλων Τσούνης και στο ρόλο της Κόνι, η απόλυτα ταιριαστή Νεφέλη Ορφανού.  Ο σκηνοθέτης Κοραής Δαμάτης έκοψε κι έραψε την ιστορία (σε μετάφραση Ερρίκου Μπελλιέ) προσαρμόζοντάς την στο χώρο του υπογείου του Ιδρύματος Κακογιάννη (σε σκηνικά Γ.Λυτζέρη), προσθέτοντας ευρηματικά δυο ανδρικές παρουσίες αθέατες για τους ηθοποιούς και την ιστορία , που διευκολύνουν με τον πιο διακριτικό τρόπο την εξέλιξη των πραγμάτων στην παράσταση.

Δευτέρα 1 Φεβρουαρίου 2016

Το τέρας του Π.Νες, είναι το τέρας για τον καθένα μας

Η ιστορία είναι καθηλωτική, και επιλέγω να μιλήσω γι αυτήν επειδή πολλά γράφτηκαν εσχάτως για το θέμα της "απώλειας" και κυκλοφόρησαν σε φθηνές εκδόσεις προσβλέποντας και υποτιμώντας το εύπλαστο παιδικό κοινό που διψάει για νέα θέματα.   "Το Τερας Ερχεται" είναι  από τα πιο συγκλονιστικότερα βιβλία  που απευθύνονται σε παιδιά εφηβικής ηλικίας, κι ας μην έγινε δεκτό με θερμό ενθουσιασμό στην Ελλάδα απο το αναγνωστικό κοινό. Πραγματεύεται ένα εξαιρετικά δύσκολο θέμα: την αποδοχή του θανάτου αγαπημένων προσώπων.  Το διάβασα απνευστί με την αγωνία και το δέος του εφήβου μπροστά στο ανελέητο, το αναπότρεπτο μοιραίο παιχνίδι με το τέλος...

Ο Πάτρικ Νες έκανε θορυβώδη εμφάνιση στα μίντια όταν πριν απο λίγους μήνες με την πρωτοβουλία του να συγκεντρώσει με το δικό του συγγραφικό τρόπο χρήματα για τους σύρους πρόσφυγες.   Έτσι τον γνωρίσαμε. Αξίζει όμως να σημειωθεί οτι την ιστορία "Το Τέρας Έρχεται" την εμπνεύστηκε απο την ιστορία της συγγραφέως Σόμπαν Ντάουντ που πέθανε απο καρκίνο πριν προλάβει να βάλει στο χαρτί όλες τις λεπτομέρειες που είχε μέσα της, βιώνοντας την περιπέτεια της υγείας της.  


Ο Κόνορ είναι ένα δεκατριάχρονο αγόρι που ζει με την άρρωστη από καρκίνο μητέρα του.  Ο Κόνορ αρνείται να πιστέψει και να  αποδεχθεί τη μάχη που δίνει η εκείνη.   Το δένδρο πάνω στο οποίο εκείνη ξεκουράζει το βλέμμα της, ή εστιάζει για να ξεχαστεί, δίνει το έναυσμα για το ξεδίπλωμα της ιστορίας. Ο συμβολισμός "Δενδρο" είναι πολύ ιδιαίτερος για τους εραστές των παραμυθιών και εδώ βρίσκω την αφορμή να επανέλθω λίαν προσεχώς για το τί σημαίνει, τι εκπροσωπεί, τί προκαλεί και εν τέλει, τί διδάσκει.... 



Επι του παρόντος το δέντρο, δεν θέλει να το βλέπει ο Κόνορ γιατί κλέβει το ζεστό βλέμμα της μητέρας του, που μέσα του γνωρίζει οτι δεν θα υπάρχει για πολύ.   Το δένδρο γίνεται σιγά - σιγά τέρας.  Ένα τέρας, το οποίο επισκέπτεται τον μικρό Κόνορ και ζητά επίμονα από αυτόν να του πει μια ιστορία.  Πιέζει με τη συνεχή παρουσία του.  Σκάβει το εσωτερικό της ψυχής του πιτσιρικά για να "βγάλει" απο μέσα του την ιστορία που δεν είναι άλλη, από την αλήθεια που κρύβει μέσα του.  Αυτή που κάθε βράδυ, από τότε που αρρώστησε η μητέρα του, στοιχειώνει τον ύπνο και κυρίως τη ζωή του.


Το τέρας θα δώσει χρόνο στον Κόνορ να ανακαλύψει και να πει την αλήθεια του, διηγούμενο το ίδιο τρεις ιστορίες. Μέσα από αυτές, το τέρας προσπαθεί να οδηγήσει τον Κόνορ στην αυτογνωσία, πριν ο εφιάλτης του, το πραγματικό τέρας, αυτό που τρέμει ο Κόνορ, τον καταπιεί για πάντα.

Ο Κόνορ, θα σκαρφαλώσει τον Γολγοθά μιας ιδιαίτερα φορτισμένης συναισθηματικά κλίμακας, μέχρι να φτάσει στην αλήθεια. Θα ζήσει δύσκολη καθημερινότητα, όχι μόνο στο σπίτι, αλλά και στο σχολείο, όπου πέφτει και θύμα bullying  ως αδύναμος μαθητής κι εσωστρεφής. Θα αναγκαστεί να ζήσει με την γιαγιά του την οποία αντιπαθεί. Θα πονέσει ψυχικά και σωματικά, θα βιώσει τον απόρριψη, τον οίκτο,το φόβο, την οδύνη, το θυμό.  Θα χάσει τον εαυτό του για να μπορέσει να τον ξαναβρεί. Μέσα από τις τρεις ιστορίες που διηγείται το τέρας, ο ήρωας -και μαζί και ο αναγνώστης- συνειδητοποιεί την πολυπλοκότητα του ανθρώπου, κατανοεί σε βάθος την έννοια του καλού και του κακού, εμβαθύνει στη φύση της πίστης, τη δύναμη της θέλησης και τον ορισμό του θάρρους.


Το κείμενο συνοδεύει εύστοχη εικονογράφηση.  Όλα κινούνται στις αποχρώσεις του γκρι , όπως αρμόζει. Σαν τίποτα να μην είναι απολύτως ξεκάθαρο. Η ίδια η εικονογράφηση έχει τη δύναμη να υπαινιχθεί στον αναγνώστη, ότι δεν υπάρχουν ξεκάθαρες, στεγανές αλήθειες.  

Όλα γίνονται δίκοπο μαχαίρι. Κανένας και τίποτα δεν είναι εντελώς αθώο ή εντελώς ένοχο, μα ταυτόχρονα, λέξεις και εικόνες αναζητούν μια έξοδο στο φως όπως ο ήρωας που δεν αφήνεται στην αυτολύπηση όταν πλέον χάνει την αγαπημένη του μητέρα αλλά σηκώνεται στα πόδια του.  

Ο ήρωας κάνει αυτό που οι σεναριογράφοι αποκαλούν "το άλμα της πίστης", αντιμετωπίζει κατάματα το φόβο του και συνοδεύει τον αναγνώστη στα δύσβατα μονοπάτια της αυτογνωσίας. 

Κυκλοφορεί απο τις εκδόσεις ΠΑΤΑΚΗ.



Δευτέρα 18 Ιανουαρίου 2016

Ενας ιππότης άνοιξε την κουβέντα

Η εισβολή ενός ιππότη -όχι κατ' ανάγκη σε λευκό άλογο- και η άλωση της διευθυντικής ηγεσίας του μουσείου Μπενάκη άναψε πολλές συζητήσεις στο χώρο του πολιτισμού και της διαχείρισής του.  Ο Γάλλος πολιτικός επιστήμονας Olivier Descotes, ένας 40χρονος φιλόδοξος εκπρόσωπος της νέας γενιάς της ευρωπαϊκής ελίτ, εκφραστής της ανάγκης ανάπτυξης της πολιτιστικής διπλωματίας, γνωστός στην Αθήνα απο τη θητεία του στη θέση του επικεφαλής του Γαλλικού Ινστιτούτου Αθηνών, αναλαμβάνει σε λίγο το τιμόνι του Μουσείου Μπενάκη.



Δεν είναι γνωστό -και ούτε θα μπορούσε- εάν ο ίδιος ο Αντώνιος Μπενάκης θα συμφωνούσε με αυτήν την επιλογή.  Η καθηγήτρια Κλασσικής Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων Λίλα Μαραγκού, που είχε μάλιστα την τύχη να εργαστεί για χρόνια στο Μουσείο Μπενάκη, θεωρεί πως όχι.  Σίγουρα πάντως ο ευεργέτης δεν το είχε σκεφθεί όταν γράφτηκε εκείνη η επιγραφή "τω έθνει δωρείται" στην είσοδο του μουσείου.  


Η αμφιλεγόμενη επιλογή Descotes βρίσκει υπέρμαχους κάποιους Αθηναίους οι οποίοι έχουν γνωρίσει έναν χαρισματικό ευγενή νέο, στο πρόσωπο του γάλλου αξιωματούχου.  Μιλούν για έναν άνθρωπο ευρείας μόρφωσης, στοιχείο απαραίτητο για τη θέση αυτή, έναν άνθρωπο που έχει γνώση του ελληνικού πολιτισμού, εφόσον άλλωστε, προέρχεται απο οικογένεια ελληνομαθών.  Κάποιοι άλλοι ωστόσο οικτίρουν το γεγονός οτι οι κουβέντες του στα αθηναϊκά σαλόνια για τον πολιτισμό δεν έχουν γίνει ποτέ μέχρι σήμερα, στα ελληνικά...


Η θητεία του στο Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών κρίθηκε επιτυχής καθώς έφερε κάποιον αέρα εξωστρέφειας στο ευγενές ίδρυμα που ως την έλευσή του βημάτιζε σθεναρά και αυστηρά πάνω στη γνωστή γραμμή της francophonie.  Αυτή (η θητεία)  αποτέλεσε και την ομαλή -ομολογουμένως- προσγείωση του κυρίου Descotes στην ελληνική πραγματικότητα σε καλλιτεχνικό και κοινωνικό επίπεδο, όμως τώρα αρκετοί -κυρίως απο τον χώρο του πολιτισμού-  σχολιάζουν με κάποια δυσπιστία, οτι τα τείχη του Γαλλικού Ινστιτούτου είναι "πολύ υψηλά" για να του επιτρέψουν να εξοικειωθεί με την ελληνική πραγματικότητα και θα του φανεί "κάπως δύσκολο" να περάσει στους προθαλάμους κάποιου υπουργείου και να περιμένει συμβούλους και υπουργούς, για να βιώσει την ελληνική πραγματικότητα.



Εφόσον η Ελλάδα θέλει να ανήκει στον πυρήνα της ΕΕ, και να απολαμβάνει την αλληλεγγύη της, θα ήταν λάθος να αποκαλούμε τέτοιους ανθρώπους "ξένους". Ο χαρακτηρισμός αυτός μόνο απο ζήλεια θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί. Άλλωστε θα ήμασταν ιδιαίτερα περήφανοι εάν κάποιος συμπατριώτης μας αναλάμβανε μια τέτοια θέση σε ένα παρόμοι ίδρυμα της Γερμανίας ή της Ιταλίας, έτσι δεν είναι;  Και σίγουρα ο πολιτισμός δεν είναι ιδιοκτησία κανενός, παρα είναι μια κληρονομιά που πρέπει να σεβόμαστε για να την κληροδοτήσουμε μαζί με τη γνώση που τη συνοδεύει, στις επόμενες γενιές.  Μέχρι εκεί όμως ή να πάμε και παρακάτω; Αν συνεχίσουμε τον συλλογισμό θα καταλήξουμε στο οτι δεν πρέπει να διεκδικούμε πλέον τα κομμάτια της Ακρόπολης που βρίσκονται στο Βρετανικό μουσείο.  Μπορεί.  Υπάρχει και η λογική που λέει οτι εκεί που βρίσκεται, την θαυμάζουν εκατομμύρια άνθρωποι κάθε χρόνο, και όταν επιστρέφουν αυτοί στις πατρίδες τους συζητούν με άλλους τόσους για την Ελλάδα και την Ακρόπολή της...

Τα τελευταία χρόνια η τράπουλα των επικεφαλής των μουσειακών ιδρυμάτων της Ευρώπης ανακατεύεται και μοιράζεται συνεχώς.  Πρόσφατα έγινε ντόρος για την μετακίνηση του  βέλγου επικεφαλής της Tate Modern, Chris Derkon στη Γερμανία.  Στο Museo di Capodimonte της Νάπολι μετακόμισε ο γάλλος Sylven Belenge, ενώ μια γερμανίδα, η Σέσιλι Χόλμπεργκ ανέλαβε την Γκαλερία Ντελ Ακαντέμια της Φλωρεντίας. 

Αντί η κουβέντα να περιστρέφεται γύρω απο τον "ξένο" νέο διευθυντή του Μουσείου Μπενάκη, άλλο θα έπρεπε να μας απασχολεί.  Δεν μας λέει άραγε τίποτε ότι όλοι στο χώρο είναι απο την Γαλλία, τη Γερμανία, την Ιταλία και την Αγγλία, και ως επι το πλείστον, σπουδαγμένοι στο Ηνωμένο Βασίλειο;   Αυτό θα έπρεπε να απασχολεί τους τίμιους και πτωχούς έλληνες.  Το θέμα της εκπαίδευσης και δει, της εκπαίδευσης στη διαχείριση του πολιτισμού.  

Κάθε φορά που οι μεταπτυχιακοί φοιτητές μας της μουσειολογίας έπειτα απο δύο εξάμηνα θεωρίας και εργαστηριακών προσομοιώσεων καλούνται να κρίνουν τις μεθόδους διαχείρισης του πολιτισμού στη χώρα μας και στο εξωτερικό ανακακλύπτουν τη διαφορά.  Είναι άλλο να διδάσκεσαι μέσα σε τέσσερεις τοίχους, κι άλλο να εκπαιδεύεσαι στο πώς θα διαχειριστείς το πολύτιμο πολιτιστικό προϊόν.   Μάλλον γι αυτό το θέμα λοιπόν θα έπρεπε να γίεται ο καυγάς στην Ελλάδα, κι όχι για τον γάλλο ιππότη. Το θέμα της εκπαίδευσης στο χώρο του πολιτισμού. Δε νοείται μια χώρα με τέτοιο παρελθόν να μην παράγει ανθρώπους που θα διατηρήσουν τα μνημεία της και θα διαχειριστούν την ιστορία της.

Μπορεί στη Βρετανία η εκπαίδευση να έχει γίνει μεγάλη επιχείρηση, όμως οι σπουδές είναι απαιτητικές.  Και τί άλλο είναι εκτός απο επιτυχημένη πολιτική στο χώρο, το γεγονός για παράδειγμα οτι οι περιοδικές εκθέσεις στη Royal Academy του Ai Wei Wei , καλλιτέχνη που διώκεται απο το κινεζικό καθεστώς, συνέπεσαν με την επίσημη επίσκεψη του κινέζου πρωθυπουργού Xi Jinping στο Λονδίνο.  Ηταν μόνο η πρόθεση των τοπικών αρχών να απευθυνθούν σε μια διαπολιτισμική κοινότητα; Οχι βέβαια. Ήταν ταυτόχρονα αποτέλεσμα και του σύγχρονου τρόπου άσκησης της διπλωματίας μέσω μιας πιο ολοκληρωμένης και διαθεματικής πολιτικής.

Πέμπτη 7 Ιανουαρίου 2016

Φωνές μεταξένιων γυναικών απο το υπόγειο

Ο ανυποψίαστος διαβάτης του πεζόδρομου της Κοραή, προσπερνά και αγνοεί παντελώς το «κάτι» που συμβαίνει στο υπόγειο του Αστυ.  

Εκεί στο Underground όπως λέγεται σήμερα -εκεί στη στοά-  που κάποτε,μικρομαγαζάτορες συντηρούσαν το μύθο της παλιάς Αθήνας κι ανάμεσά τους ένας πιτσιρικάς ανεβοκατέβαινε με το δίσκο μεταφέροντας καφέδες στα εμπορικά καταστήματα της περιοχής, εκεί, η θεατρική ανάσα και ψυχή είναι ενεργής, δυνατή και συμπαγής σαν «Πέτρα».

Δεν θα μπορούσε να βρεθεί καταλληλότερος χώρος για να παρουσιασθεί το έργο της Βάνας Πεφάνη «Μεταξωτές Γυναίκες» από τον Πολυχώρο Underground. Πολλά θέατρα της mainstream σκηνής θα ζήλευαν αυτό το απόλυτο ταίριασμα που συμβαίνει εκεί τα βράδια Παρασκευής, Σαββάτου και Κυριακής.  Μια ομάδα ηθοποιών ζωντανεύει μια ιστορία απ' αυτές που αγνοούμε, ή -επειδή εθελοτυφλούμε- δεν θέλουμε να ξέρουμε και συμβαίνουν συνήθως σε υγρά υπόγεια διαμερίσματα, σε εγκαταλελειμένα σπίτια, ή σε μέρη που κανείς δεν θέλει να παραδεχθεί οτι επισκέφθηκε.  

Η ζωή των ενοίκων μιας πολυκατοικίας αναστατώνεται ξαφνικά όταν η Ωρόρ απο τη Νιγηρία, που ζούσε στο υπόγειο διαμέρισμα, πέφτει απο την ταράτσα.  Ο θάνατός της και η αποκάλυψη μιας σπείρας trafficking τους θέτει όλους προ των ευθυνών τους, καθώς οι μάσκες για όλους πέφτουν και αλήθειες αναδύονται στο μικρόκοσμό τους. Αποκαλύπτονται αλήθειες για αισθήματα φοβικά και νοσηρά, τον ρατσισμό που έχουν μέσα τους, την αδιαφορία, τις καταπιεσμένες επιθυμίες και τα πάθη τους, τα ένοχα μυστικά που τους κατατρέχουν...


Το φάντασμα της όμορφης μεταξένιας Ωρόρ στοιχειώνει τις ζωές όλων, που είναι χαρακτήρες διαφορετικοί, πλασμένοι με μαεστρία και υλικά αριστοτεχνικά μοιρασμένα. Μια ολόκληρη κοινωνική τάξη αποδομείται, μέσα στην κρίση και την ηθική κατάπτωση, ενώ μέχρι την στιγμή της ανακάλυψης για το τί γίνεται στο υπόγειο της πολυκατοικίας, όλοι ζούσαν τα μικρά τους δράματα καλυμένα με ένα πέπλο σιωπηλής ευδαιμονίας...

Η Ωρόρ που έζησε μέσα στην ταπείνωση και το αδιέξοδο απο τη στιγμή που η δική της οικογένεια την πούλησε για να ζήσουν τα υπόλοιπα αδέλφια της, δίνει μόνη της τη λύση στην υπόγεια ζωή της.  Απο εκείνη τη στιγμή και μετά, υπάρχει και ζει για τον κοινωνικό της περίγυρο. Γιατί μέχρι τη στιγμή εκείνη δεν ζούσε.  Όλοι αγνοούσαν, ή έκαναν πως αγνοούσαν το δράμα της κοπέλας αυτής που συνεχιζόταν κάτω απο τα δικά τους διαμερίσματα.  Μπαίνει όμως νεκρή στις ζωές τους δυναμικά και ως δια μαγείας κάνει τα προβλήματα να εμφανιστούν, τις αλήθειες να λάμψουν, την ιστορία τόσων και τόσων γυναικών να ειπωθεί...

Είναι δύσκολο για έναν απαιτητικό θεατή να μη σχολιάσει την εξαιρετική δουλειά που έγινε γι αυτήν την παράσταση.  Οι ηθοποιοί, διαλεγμένοι ένας προς έναν με ερμηνείες δυνατές, με ταρακούνησαν και σα να μου χτύπησαν την πλάτη μου διεμήνυσαν οτι κάθε τέτοια ιστορία που συμβαίνει δίπλα ή παραδίπλα, δεν πρέπει να παραμένει στη συγκάλυψη και τη σιωπή, όπως στη σιωπή έζησε η Ωρόρ.




Ως εργάτης του λόγου, δεν μπορώ να παραβλέψω τον καταιγιστικό ρυθμό της παράστασης, του κειμένου και των λέξεων, που έτρεξε μέσα μου και με συνεπήρε. Βασικό ρόλο εδώ έπαιξε και η πολυτάλαντη Ελευθερία Κόμη που συνεργάστηκε με τους ηθοποιούς ως προς την κίνηση δομώντας προοδευτικά την ιδέα της Βάνας Πεφάνη. Επίσης η Στέλλα Κάλτσου με τους φωτισμούς της, συνέβαλε ιδιαιτέρως στην υποβλητική ατμόσφαιρα που απλώθηκε στην αίθουσα.

Εξαιρετική επιτυχία του αγαπημένου Ιάκωβου Μυλωνά, το γεγονός οτι το κορίτσι στο διπλανό μου κάθισμα, μου σχολίασε χαρακτηριστικά γι αυτόν :"Τον μίσησα!".  Εάν δεν είναι αυτό επιτυχία για έναν ηθοποιό που έχει κατα κανόνα παίξει τον "καλό" χαρακτήρα, τότε τί είναι; Πειστικότατος και ο Βασίλης Αφεντούλης, έξοχη η Μαρία Καβουκίδου, πολύ ιδιαίτερες οι παρουσίες της Σιμόνης Γιαννάτου, Σοφίας Μανωλάκου, Νικολίνας Μουαίμη, Αγγελικής Καρυστινού.  Δεν έχω λόγια για την Αυγή (Ωρόρα) Μαργιον.  Με καθήλωσε με τη φωνή και την κίνησή της.  Επιλογή εξαιρετική.


Το κείμενο και η σκηνοθεσία είναι της Βάνας Πεφάνη.
Τα σκηνικά και τα κοστούμια του Γιώργου Λυντζέρη.

Προλαβαίνετε ακόμη για λίγο. Μην χάσετε τις Μεταξωτές Γυναίκες

 Στο υπόγειο του ΑΣΤΥ. Underground στην Κοραή 4.
Κάθε Παρασκευή, Σάββατο και Κυριακή στις 21.00
(και μία μεταμεσονύκτια παράσταση το Σάββατο)


Και δυο λόγια για την "Πέτρα".  Σας προϊδέασα στην πρώτη παράγραφο και δεν κρατιέμαι, θα σας το πω.  Ο Κώστας Αρζόγλου και μαζί του 30 συνοδοιπόροι, ονειρεύονται και κάνουν πράματα και θάμματα. Αυτή είναι η "Πέτρα".

Σύντομα, ξεκινάει ένας πρωτοποριακός κύκλος μαθημάτων με τη μορφή ανοιχτών προβών με τίτλο: "Απ' τη μεριά της Ιοκάστης" πάνω στον Οιδίποδα Τύραννο.  Θα γίνονται τρεις φορές την εβδομάδα  για 3 μήνες και η παράσταση θα παρουσιαστεί στον Πολυχώρο Underground.  Οι ενδιαφερόμενοι θα έχουν την επιλογή να παρακολουθήσουν μεμονωμένες πρόβες, είτε συγκεκριμένο αριθμό προβών και θα έχουν την ευκαιρία να εντρυφήσουν στο οιδιπόδειο σύμπλεγμα απο τη μεριά της Ιοκάστης.  Μέσα απο τον κόσμο της...